Το λεξικό του πόκερ

Μια από τις πλέον δημοφιλής επιλογές των παικτών στο live καζίνο αποτελεί το πόκερ.

Οι παραλλαγές πόκερ είναι πολλές, ενώ «πλούσια» είναι και η ορολογία. Την οποία, φυσικά, καλό είναι να γνωρίζει ο καθένας πριν καθίσει σε ένα τραπέζι. Εδώ σας παρουσιάζουμε ένα πλήρες λεξικό πόκερ, ώστε να γνωρίζετε ό,τι χρειάζεστε πριν ξεκινήσετε μία παρτίδα.

Action: Η σειρά κάποιου να παίξει / Να στοιχηματίσει κάποιος ή να αυξήσει το ποντάρισμα / Ο όρος χρησιμοποιείται, επίσης, για να περιγράψει ένα live game με πολλά πονταρίσματα.

Ante: Είναι ένα ποσό που πρέπει να ποντάρουν όλοι οι παίκτες πριν από την έναρξη μίας παρτίδας.

All-in (Ρέστα): Όταν ένας παίκτης τοποθετεί όλες τις μάρκες του στο τραπέζι.

Backdoor: Όταν ένας παίκτης καταφέρνει νικηφόρο συνδυασμό στο «turn» και το «river». Για παράδειγμα, αν υπάρχει μία «κούπα» στο τραπέζι και ο παίκτης έχει δύο ακόμη στα χέρια του και εμφανιστούν δύο επιπλέον στο «turn» και το «river», τότε ο παίκτης κάνει backdoor φλος.

Bad Beat: Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία παρτίδα την οποία χάνει ένας παίκτης που στατιστικά είχε τις περισσότερες πιθανότητες από τους αντιπάλους του να την κερδίσει.

Blind: Είναι τα «τυφλά» πονταρίσματα που υποχρεούνται να τοποθετήσουν οι παίκτες που κάθονται αριστερά του dealer πριν από την έναρξη μίας παρτίδας. Ο πρώτος από αριστερά βάζει το small blind και ο δεύτερος το big blind.

Board: Πρόκειται για φύλλα που ανοίγουν πάνω στο τραπέζι και είναι κοινά για όλους τους παίκτες.

Bubble: Ο όρος συναντάται σε τουρνουά. Bubble είναι ο τελευταίος παίκτης που μένει εκτός βραβείων. Για παράδειγμα, αν σε ένα τουρνουά αποκομίζουν βραβεία οι πρώτοι 30, αυτός που βρίσκεται στην 31η θέση είναι γνωστός ως «the bubble».

Burn: Η απόρριψη από έναν παίκτη του πρώτου φύλλου πριν από την έναρξη ενός νέου γύρου.

Button: Η θέση του dealer. Σημειώνεται συνήθως από ένα πλαστικό δισκίο που βρίσκεται μπροστά στον dealer. Πρόκειται για μία σημαντική παράμετρο του παιχνιδιού, καθώς σηματοδοτεί ποιοι θα βάλουν τα blinds, ενώ ο dealer παίζει τελευταίος σε κάθε παρτίδα. Στο τέλος κάθε παρτίδας, το δισκίο περνά στον επόμενο παίκτη, σύμφωνα με τη φορά των δεικτών του ρολογιού.

Buy-in: Είναι το ελάχιστο ποσό που πρέπει να καταβάλει ένας παίκτης, προκειμένου να λάβει μέρος σε ένα τουρνουά.

Call (τα βλέπω): Όταν ένας παίκτης τοποθετεί το μικρότερο ποσό που είναι απαραίτητο προκειμένου να συνεχίσει να παίζει σε μία παρτίδα.

Check: Όταν ένα παίκτης δε θέλει να ποντάρει, είτε περιμένοντας από κάποιον άλλο να τοποθετήσει το πρώτο στοίχημα, είτε διότι δεν έχει καλό φύλλο.

Check-Raise: Όταν ένας παίκτης κάνει «check» στην πρώτη ευκαιρία που έχει για να ποντάρει και στη συνέχεια κάνει «raise» σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο ποντάρισμα στον ίδιο γύρο.

Cold Call: Όταν ένας παίκτης κάνει «call» σε δύο ή περισσότερα πονταρίσματα. Αν σε ένα pot έχουν υπάρξει πονταρίσματα και έχει γίνει «raise» και ο παίκτης κάνει «call», η ενέργεια αυτή ονομάζεται cold call.

Connectors: Με τον όρο αυτό περιγράφονται δύο διαδοχικά φύλλα με την ίδια φιγούρα.

Community Cards: Τα φύλλα που έχουν ανοιχθεί στο κέντρο του τραπεζιού και είναι διαθέσιμα σε όλους τους παίκτες.

Counterfeit: Πρόκειται για ένα ανοιχτό φύλλο στο τραπέζι που ακυρώνει σε μεγάλο βαθμό τα φύλλα που κρατά ένας παίκτης στα χέρια του. Για παράδειγμα, αν ένας παίκτης έχει δύο εξάρια στα χέρια του και στο τραπέζι υπάρχουν Άσσος-Άσσος-7-4 και ανοίξει ένα ακόμη επτάρι, τότε, ουσιαστικά, ακυρώνονται τα εξάρια που έχει o παίκτης.

Cut-off: Είναι η ακριβώς επόμενη θέση από τον dealer.

Dealer: Είναι ο παίκτης που μοιράζει τα χαρτιά και μιλάει τελευταίος σε κάθε γύρο.

Draw: Είναι οι πιθανότητες που έχει ένας παίκτης να κάνει φλος ή κέντα, περιμένοντας για παράδειγμα ένα ή δύο χαρτιά. Τα πιο συνηθισμένα draw είναι το flush draw και το straight draw.

Draw Out: Όταν ένας παίκτης παίρνει ένα φύλλο που αυξάνει τις πιθανότητές του να κερδίσει.

Drawing Dead: Όταν ένας παίκτης περιμένει μάταια το φύλλο ή τα φύλλα που θα του επιτρέψουν να κάνει έναν νικηφόρο για αυτόν συνδυασμό.

Flop: Πρόκειται για το γύρο που ανοίγουν τα τρία κοινά φύλλα.

Flush: Ένα χέρι που αποτελείται από πέντε φύλλα με την ίδια φιγούρα.

Fold (πάσο): Όταν ένας παίκτης σταματά να παίζει, χάνοντας όσα πιθανά στοιχήματα έχει τοποθετήσει έως εκείνη τη στιγμή. Fold κάνει ο παίκτης όταν θεωρεί ότι το φύλλο του είναι πολύ κακό.

Four of a kind: Όταν ένας παίκτης έχει και τις τέσσερις φιγούρες ενός αριθμού (πχ τέσσερα πεντάρια).

Full House: Όταν ένας παίκτης έχει τρεις από τις τέσσερις φιγούρες ενός αριθμού (π.χ. τρία πεντάρια) και ένα ζευγάρι (pair).

Gutshot: Πρόκειται για το φύλλο που θέλει ένας παίκτης για να ολοκληρώσει την κέντα.

Hand: Πέντε φύλλα, τα οποία αποτελούνται από τα φύλλα που έχει στο χέρι του ο παίκτης και τα ανοιχτά φύλλα πάνω στο τραπέζι.

Heads-up: Όταν απομένουν μόνο δύο παίκτες, είτε για τη διεκδίκηση της παρτίδας, είτε για την ανάδειξη του τελικού νικητή ενός τουρνουά.

Kicker: Είναι το φύλλο που καθορίζει τον τελικό νικητή σε περίπτωση που δύο παίκτες έχουν τον ίδιο συνδυασμό.

Limp: Όταν πριν από το flop γίνεται call του big blind αντί για raise.

Limit: Όταν σε ένα live game τα πονταρίσματα και τα raises μπορούν να ανέλθουν έως ένα προκαθορισμένο ποσό.

Muck: Όλα τα φύλλα που έχουν «καεί» σε μία παρτίδα.

No Limit: Όταν σε ένα live game ο παίκτης μπορεί να στοιχηματίσει οποιοδήποτε ποσό επιθυμεί. Υπάρχει περιορισμός στο μικρότερο δυνατό ποντάρισμα, αλλά όχι στο μεγαλύτερο.

Nuts: Είναι το καλύτερο δυνατό φύλλο που μπορεί να έχει ένας παίκτης σε μία δεδομένη στιγμή του παιχνιδιού.

Off-suit: Πρόκειται για δύο φύλλα με διαφορετικές φιγούρες.

Omaha: Πρόκειται για μία παραλλαγή του hold’em, στην οποία ο παίκτης έχει τέσσερα κρυφά φύλλα και πρέπει να χρησιμοποιήσει δύο από αυτά σε συνδυασμό με τρία ή πέντε φύλλα που είναι ανοιχτά στο τραπέζι προκειμένου να φτιάξει το χέρι του.

Open-handed: Πρόκειται για τα live games στα οποία κάποια από τα φύλλα του κάθε παίκτη είναι ανοιχτά.

Over-pair: Ένα ζευγάρι που έχει μεγαλύτερη αξία από τα φύλλα που είναι ανοιχτά στο τραπέζι.

Orbit: Όταν κάθε παίκτης στο τραπέζι έχει κάνει από μία φορά τον dealer.

Out: Πρόκειται για τα φύλλα που έχουν απομείνει στην τράπουλα και τα οποία μπορούν να βελτιώσουν το χέρι ενός παίκτη.

Over-cards: Πρόκειται για τα φύλλα ενός παίκτη τα οποία έχουν μεγαλύτερη αξία από τα φύλλα του αντιπάλου του και από αυτά που βρίσκονται στο τραπέζι.

Pair: Δύο φύλλα με την ίδια αξία (π.χ. δύο Άσσοι).

Pocket cards: Είναι γνωστά και ως hole cards. Πρόκειται για τα κρυφά φύλλα που παίρνει κάθε παίκτης με την έναρξη ενός γύρου.

Pot-limit: Είναι το live game στο οποίο ο παίκτης μπορεί να ποντάρει μέχρι το ποσό του pot.

Pot odds: Πρόκειται για την αναλογία των χρημάτων που υπάρχουν στο pot σε σύγκριση με το ποσό που χρειάζεται ο παίκτης για να κάνει call και να συνεχίσει να παίζει.

Quads: Είναι ένας άλλος όρος για το four of a kind.

Rainbow: Όταν τα φύλλα με τα οποία ξεκινάει ο παίκτης ανήκουν όλα σε διαφορετικές φιγούρες.

Raise: Πρόκειται για την αύξηση του ποσού του προηγούμενου πονταρίσματος από έναν παίκτη.

Rake: Είναι η προμήθεια, το ποσό που παρακρατά κάθε αίθουσα φιλοξενίας παιχνιδιών πόκερ, ή το ποσό για τη συμμετοχή σε ένα τουρνουά.

River: Πρόκειται για το γύρο που ανοίγει το πέμπτο κοινό φύλλο

Rock: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν «σφιχτό» παίκτη που παίζει πολύ προσεκτικά.

Royal flush: Το καλύτερο φύλλο στο πόκερ, κέντα σε χρώμα με τον Άσσο για πρώτο φύλλο.

Satelitte: Πρόκειται για ένα τουρνουά με σχετικά μικρό buy-in, το οποίο αποτελεί ουσιαστικά τον «προκριματικό» για τη συμμετοχή σε ένα μεγαλύτερο τουρνουά.

Semi-bluff: Πρόκειται για «μισή μπλόφα», μία μπλόφα που γίνεται όταν τα φύλλα που έχει στο χέρι του ο παίκτης υπάρχει η πιθανότητα να δώσουν έναν νικηφόρο συνδυασμό, αν η μπλόφα αυτή καθεαυτή δεν είναι επιτυχημένη.

Set: Τρία ίδια φύλλα, με το συνδυασμό να αποτελείται από δύο φύλλα που έχει στα χέρια του ο παίκτης και από ένα κοινό φύλλο, που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι.

Short stack: Είναι ο παίκτης ο οποίος έχει απομείνει με τις λιγότερες μάρκες, είτε σε ένα τραπέζι, είτε σε ένα τουρνουά.

Showdown: Όταν οι παίκτες αποκαλύπτουν τα φύλλα τους, μετά τον τελευταίο γύρο των πονταρισμάτων.

Side pot: Είναι διαφορετικό από το κύριο pot. Αν ένας ή περισσότεροι παίκτες κάνουν all-in, μόνο αυτοί συμμετέχουν στο κύριο pot. Το side pot δημιουργείται από τις μάρκες που ποντάρουν οι υπόλοιποι παίκτες.

Sit-and-go: Πρόκειται για ένα τουρνουά το οποίο ξεκινά οποιαδήποτε στιγμή συμπληρωθεί ένας προκαθορισμένος αριθμός παικτών.

Slow play: Είναι η τακτική που ακολουθεί ένας παίκτης, όταν παίζει προσεκτικά αν και έχει καλό φύλλο. Στόχος του είναι να γεμίσει το pot με όσο το δυνατόν περισσότερες μάρκες.

Split pot: Όταν δύο οι περισσότεροι παίκτες έχουν το ίδιο φύλλο και μοιράζονται το pot.

String bet: Όταν ένας παίκτης τοποθετεί το ποντάρισμά του στο τραπέζι με ασταθή κίνηση ή με πολλές κινήσεις. Ο dealer δεν επιτρέπει τα string bets, καθώς ο παίκτης που τα κάνει, ενδεχομένως να επιδιώκει να μετρήσει τις αντιδράσεις των υπολοίπων και αναλόγως να αυξήσει το στοίχημά του.

Straight: Πέντε φύλλα στη σειρά.

Straight flush: Πέντε φύλλα της ίδιας φιγούρας στη σειρά.

Tell: Πρόκειται για την ερμηνεία των αντιδράσεων ή του τρόπου πονταρίσματος ενός παίκτη, η οποία μπορεί να «αποκαλύψει» εάν έχει καλό η κακό φύλλο. Οι καλύτεροι παίκτες του πόκερ καταφέρνουν να μην προδίδονται από τις αντιδράσεις τους, καθώς και να κατανοούν τις αντιδράσεις των υπολοίπων παικτών τους.

Tilt: Όταν μετά από μία σειρά κακών αποτελεσμάτων, ένας παίκτης συνεχίζει να παίζει απερίσκεπτα, λέγεται ότι βρίσκεται «on tilt». Προφανώς ο όρος προέρχεται από τα φλιπεράκια.

Time: Όταν ένας παίκτης ζητά περισσότερο χρόνο προκειμένου να σκεφθεί. Αυτό το κάνει προκειμένου να αποφύγει το ενδεχόμενο να χάσει τη σειρά του.

Top-pair: Είναι το ζευγάρι που δημιουργείται με το μεγαλύτερης αξίας φύλλο που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι.

Trips: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το three of a kind.

Turn: Πρόκειται για το γύρο που ανοίγει το τέταρτο κοινό φύλλο

Under the gun: Ο όρος αυτός περιγράφει τον παίκτη που κάθεται στη θέση που μιλάει πρώτη, αριστερά από το big blind.